Ο βασικός παράγοντας που επηρεάζει τη
σεισμική συμπεριφορά του σκυροδέματος είναι η περίσφιξη. Με τον όρο περίσφιξη
νοείται η επιρροή που ασκούν στο σκυρόδεμα οι εγκάρσιοι οπλισμοί (κλειστοί
συνδετήρες ή σπείρες), η παρουσία των οποίων μεταβάλλει τη μονοαξονική θλιπτική
επιπόνηση σε πολυαξονική. Η παρουσία της περίσφιξης μεταβάλλει τόσο την αντοχή
όσο και την πλαστιμότητα του σκυροδέματος.
Αντικείμενο της
μεταπτυχιακής εργασίας είναι: α) η επίδραση της
περίσφιξης πάνω στην αντοχή και στην πλαστιμότητα του
σκυροδέματος β) ένας προβληματισμός πάνω στο κατά πόσο
η ερμηνεία των πειραματικών δεδομένων και η εφαρμογή
τους στις μεθόδους σχεδιασμού είναι συμβιβαστές με τη
συμπεριφορά των πραγματικών κατασκευών από σκυρόδεμα και
γ) η παρουσίαση μιας αρχικής προσπάθειας για ένα
διαφορετικό τρόπο υπολογισμού των χαρακτηριστικών του
σκυροδέματος.
Το πρώτο σκέλος
καλύπτεται με την παρουσίαση των πειραμάτων της
βιβλιογραφίας, των αποτελεσμάτων τους και των
συμπερασμάτων στα οποία καταλήγουμε.
Στο δεύτερο σκέλος
της μεταπτυχιακής εργασίας εξετάζεται αν τα διάφορα
πειραματικά δεδομένα και οι συνθήκες στις οποίες
πραγματοποιούνται, αντιπροσωπεύουν τις συνθήκες στις
πραγματικές κατασκευές.
Το γεγονός ότι
καταλήγουμε στο συμπέρασμα πως δε μπορούμε να
εμπιστευόμαστε απόλυτα τα πειραματικά δεδομένα και τον
τρόπο που αυτά χρησιμοποιήθηκαν, αποτελεί το έναυσμα για
το τρίτο σκέλος της εργασίας και διαμορφώνει και το
στόχο της, που είναι μια πρώτη προσπάθεια για ένα
διαφορετικό τρόπο υπολογισμού της συμπεριφοράς του
σκυροδέματος, ο οποίος θα περιγράφει με σαφήνεια το
φυσικό πρόβλημα επιτυγχάνοντας ταυτόχρονα τους
στοιχειώδεις στόχους για ασφάλεια και οικονομία.