Στην παρούσα
μεταπτυχιακή εργασία μελετώνται πολυώροφες κατασκευές
συγκρίνοντας την λύση της σεισμικής μόνωσης αντί του
συμβατικού αντισεισμικού σχεδιασμού. Παρουσιάζονται οι
βασικές αρχές του αντισεισμικού σχεδιασμού με βάση την
επιτελεστικότητα και εξηγούνται οι σχετικές διατάξεις
του ΕΑΚ2000. Επίσης, αναφέρονται στοιχεία δυναμικής
συμπεριφοράς σεισμικά μονωμένων κατασκευών και γίνεται
ανάλυση των μηχανικών ιδιοτήτων των εφεδράνων LRB. Κύριο
θέμα της παρούσας εργασίας είναι τα οικονομοτεχνικά
στοιχεία και οι κατασκευαστικές λεπτομέρειες μονωμένων
κατασκευών.
Παρουσιάζεται
συγκεκριμένη μεθοδολογία, που βασίζεται σε πλήθος
παραμετρικών αναλύσεων που πραγματοποιήθηκαν στις ΗΠΑ, η
οποία εκτιμά το συνολικό κόστος επισκευών-βλαβών στην
διάρκεια ζωής του έργου και προσφέρει την βάση σύγκρισης
σεισμικά μονωμένων κατασκευών με αντίστοιχες συμβατικές.
Τα παραπάνω,
εφαρμόζονται σε ένα πραγματικό κτήριο, με φέροντα
οργανισμό από ωπλισμένο σκυρόδεμα, το οποίο
διαστασιολογείται με και χωρίς σεισμική μόνωση.
Αποδεικνύεται ότι το κόστος κατασκευής μονωμένου και
συμβατικού κτηρίου είναι περίπου το ίδιο ( επί
του ολικού κόστους κατασκευής). Στο σεισμικά μονωμένο
κτήριο διερευνάται η δυνατότητα τροποποίησης του
φέροντος οργανισμού, με στόχο την επίτευξη μεγαλύτερων
ανοιγμάτων για μεγαλύτερη ελευθερία στις αρχιτεκτονικές
λύσεις. Το μεγάλο πλεονέκτημα του μονωμένου κτηρίου σε
σχέση με το συμβατικό, αφορά στην μείωση του κόστους
επισκευής των βλαβών από σεισμούς στην διάρκεια ζωής
του. Για το σκοπό αυτό, γίνεται διερεύνηση για την
εκτίμηση του κόστους βλαβών με μεθοδολογία όπου
συνεκτιμώνται η σεισμικότητα της περιοχής με
πιθανοτικούς όρους και το δυναμικό ανάπτυξης βλαβών σε
φέροντα, μη φέροντα και στα περιεχόμενα του κτηρίου μέσω
κατάλληλων δεικτών βλάβης. Αποδεικνύεται ότι το κόστος
επισκευής των πιθανών βλαβών στην διάρκεια ζωής του
έργου είναι περίπου 4 φορές μικρότερο στην μονωμένη σε
σχέση με την συμβατική κατασκευή.