Έλεγχος Επάρκειας και Ενίσχυση Σχολικού Κτιρίου από Οπλισμένο Σκυρόδεμα        

Μεταπτυχιακός Φοιτητής :

Κοκκινάκος Δημήτριος        

Επιβλέπων Καθηγητής:

Σπυράκος Κ., Καθηγητής      

Ημερομηνία :

Ιούνιος 2011


Στην παρούσα διπλωματική εργασία γίνεται έλεγχος επάρκειας ενός υφιστάμενου σχολικού κτιρίου στην Αθήνα, στο δήμο Νέας Σμύρνης, και στη συνέχεια ενίσχυσή του με μανδύες από οπλισμένο σκυρόδεμα.

 

Αναλυτικότερα, πρόκειται για μία κατασκευή του 1971, η οποία έχει μελετηθεί με τον κανονισμό οπλισμένου σκυροδέματος του 1954 και τον αντισεισμικό κανονισμό του 1959. Γίνεται έλεγχος επάρκειάς της με βάση την ισχύουσα οδηγία (506/ΑΖ53ζ/22-1-2001) περί αποτίμησης της υφιστάμενης κατασκευής. Στη συνέχεια λόγω των σημαντικών ανεπαρκειών που εμφανίζονται προτείνεται η ενίσχυση της κατασκευής ώστε να ικανοποιεί τα κριτήρια του σημερινού αντισεισμικού κανονισμού (ΕΑΚ 2000), και να βελτιωθεί συνολικά η συμπεριφορά του κτιρίου.

 

Παράλληλα, αναλύεται το θέμα των επεμβάσεων σε υφιστάμενες κατασκευές γενικότερα. Παρουσιάζονται οι εναλλακτικές λύσεις που υπάρχουν, οι κανονισμοί που διέπουν τις επεμβάσεις, καθώς και ο τρόπος προσομοίωσης της κατασκευής στο πρόγραμμα SAP 2000 το οποίο χρησιμοποιήθηκε για τους απαιτούμενους υπολογισμούς.

 

Επίσης, πραγματοποιείται συγκριτική μελέτη της συμπεριφοράς της υφιστάμενης και της ενισχυμένης κατασκευής σε πραγματικά σεισμικά δεδομένα από τρεις διαφορετικούς σεισμούς.

 

Τέλος, λόγω του γεγονότος ότι οι παραπάνω αναλύσεις πραγματοποιούνται με βάση τον Κανονισμό Επεμβάσεων, ο οποίος πρακτικά έχει αντικατασταθεί από τον Ευρωκώδικα 8, γίνεται και μία συγκριτική μελέτη της συμπεριφοράς ενός απλού πλαισίου με βάση τις αρχές των δύο επιμέρους κανονισμών.

 

Το πρώτο κεφάλαιο θέτει το πρόβλημα των υφιστάμενων κατασκευών και της ανεπάρκειας που αυτές εμφανίζουν, τόσο γενικά όσο και ειδικότερα στην Ελλάδα.

 

Στο δεύτερο κεφάλαιο παρουσιάζεται η διαδικασία ελέγχου επάρκειας, επισκευής, και ενίσχυσης καθώς και οι μέθοδοι που χρησιμοποιούνται για την επίτευξη της ενίσχυσης.

 

Το τρίτο κεφάλαιο παρουσιάζει τη μέθοδο ενίσχυσης υφιστάμενης κατασκευής με χρήση μανδυών οπλισμένου σκυροδέματος, που χρησιμοποιήθηκε και για την ενίσχυση της συγκεκριμένης κατασκευής.

 

Το κεφάλαιο τέσσερα αναλύει την ανελαστική στατική ανάλυση με βάση τον Κανονισμό Επεμβάσεων (ΚΑΝ.ΕΠΕ.).

 

Στο πέμπτο κεφάλαιο αναλύεται ο τρόπος πραγματοποίησης του αντισεισμικού σχεδιασμού με στάθμες επιτελεστικότητας με βάση τον Κανονισμό Επεμβάσεων (ΚΑΝ.ΕΠΕ.).

 

Στο κεφάλαιο έξι δίνεται μία πλήρης περιγραφή του σχολικού κτιρίου που πρόκειται να μελετηθεί, και αναλύεται ο τρόπος προσομοίωσής του στο πρόγραμμα SAP 2000.

 

Ο έλεγχος επάρκειας του υφιστάμενου σχολικού κτιρίου, και η τελική απόφαση για την απαίτηση, ή όχι, ενίσχυσής του, αναλύονται στο έβδομο κεφάλαιο.

 

Στο όγδοο κεφάλαιο δίνεται η περιγραφή του ενισχυμένου κτιρίου, με αναλυτική παρουσίαση της ενίσχυσης που προτείνεται, και αναλύονται όλες οι λεπτομέρειες προσομοίωσής του στο πρόγραμμα SAP 2000.

 

Ο υπολογισμός των μετελαστικών χαρακτηριστικών του ενισχυμένου κτιρίου, καθώς και τα αποτελέσματα των ανελαστικών στατικών αναλύσεών του δίνονται στο κεφάλαιο εννέα.

 

Στο δέκατο κεφάλαιο παρουσιάζεται μία συγκριτική μελέτη της συμπεριφοράς του υφιστάμενου και του ενισχυμένου κτιρίου σε πραγματικά σεισμικά δεδομένα από τρείς πραγματικούς σεισμούς.

 

Στο κεφάλαιο έντεκα πραγματοποιείται συγκριτική μελέτη των αποτελεσμάτων των ανελαστικών στατικών αναλύσεων με βάση τον Κανονισμό Επεμβάσεων και τον Ευρωκώδικα 8 σε ένα απλό πλαίσιο, και επισημαίνονται οι διαφορές των δύο κανονισμών.

 

Στο δωδέκατο και τελευταίο κεφάλαιο παρουσιάζονται τα συμπεράσματα που εξάγονται από την όλη διαδικασία του ελέγχου επάρκειας και της ενίσχυσης του κτιρίου, καθώς και από τις συγκριτικές μελέτες που πραγματοποιήθηκαν.

 

 

Δείτε τη ΜΕ στη βιβλιοθήκη του ΕΜΠ