Το μέγαρο Τσίλλερ - Λοβέρδου
(Μαυρομιχάλη 8, Αθήνα) πρόκειται να στεγάσει συλλογές του
Βυζαντινού Μουσείου. Στην παρούσα εργασία, διερευνάται η παρούσα
κατάσταση του κτιρίου (δομικά υλικά, τρόπος δόμησης, παθολογία)
και διερευνάται η επάρκεια των εξής τρόπων ενίσχυσης για να
ανταπεξέλθει το κτίριο στην νέα του χρήση: καθολικά ενέματα
ενίσχυσης στις λιθοδομές, διαφραγματική λειτουργία σε όλες τις
στάθμες του κτιρίου και διαφραγματική λειτουργία μόνο στην
τελευταία στάθμη (δώμα). Οι μέθοδοι επέμβασης που επιλέγονται
είναι οι αποδεκτές επί της αρχής.
Δεν μελετάται η κατασκευαστική
υλοποίηση αυτών π.χ σύσταση ενεμάτων ή τρόπος κατασκευής νέων
πατωμάτων, παρά μόνο περιγράφονται και αποτιμάται χονδροειδώς η
αποτελεσματικότητα τους. Επίσης, δεν είναι δυνατό να
προχωρήσουμε στον υπολογισμό ενδεχόμενων πρόσθετων τοπικών
ενισχύσεων, καθώς πολλά στοιχεία για την δόμηση του κτιρίου θα
αποκαλυφθούν στο μέλλον, είτε με πρόσθετες ερευνητικές τομές
είτε κατά τη φάση εφαρμογής της Οριστικής Μελέτης.
Πρέπει να υπογραμμίσουμε ότι τα
αποτελέσματα και τα συμπεράσματα της παρούσας εργασίας
αντιστοιχούν στην παρούσα στάθμη στοιχείων για το υπό μελέτη
κτίριο.
Το μέγαρο Τσίλλερ – Λοβέρδου δεν
αποτελείται από ένα μεμονωμένο κτίριο, αλλά από ένα σύμπλεγμα
κτιρίων: αρχική οικία και αποθήκη Τσίλλερ, διάφορες φάσεις
προσθηκών καθ’ ύψος Λοβέρδου και το κτίριο Λοβέρδου από Ο/Σ στην
θέση του κήπου της οικίας Τσίλλερ.
Στην αρχιτεκτονική πρόταση
επανάχρησης του κτιρίου, προβλέπεται η επαναφορά της αρχικής
μορφής της οικίας Τσίλλερ (περίγραμμα και όψεις). Κατά την
μελέτη της ‘τελικής’ κατάστασης, ως ‘κτίριο’ θεωρούμε αυτό της
αρχιτεκτονικής πρότασης, απομονωμένο από τα γειτονικά του κτίρια
(Ι.Κ.Α & Alpha Bank). Κατά την μελέτη της παρούσας κατάστασης,
ως ‘κτίριο’ θεωρούμε την αρχική οικία Τσίλλερ, μαζί με τις
προσθήκες καθ’ ύψος οι οποίες βρίσκονται κάτω από την στέγη,
απομονωμένο από τα γειτονικά του κτίρια (κτίριο Λοβέρδου από
Ο/Σ, Ι.Κ.Α & Alpha Bank).
Η απόφαση αυτή λήφθηκε με το εξής
σκεπτικό: Καταρχήν, το κριτήριο για να ορίσουμε το ‘κτίριο’
είναι η, σε μεγάλο βαθμό, ‘στατική συνεργασία’ των τμημάτων που
το απαρτίζουν. Έπειτα, το κτίριο Λοβέρδου από Ο/Σ συνδέεται με
το αρχικό κτίριο με τις δοκούς και τις πλάκες από Ο/Σ, που
εδράζονται στη τοιχοποιία της πίσω όψης του αρχικού κτιρίου. Δεν
μπορούμε να αποκλείσουμε ότι κάτι τέτοιο συμβαίνει, όχι στον
ίδιο βαθμό βέβαια, και με τα δύο γειτονικά κτίρια (Ι.Κ.Α & Alpha
Bank). Τέλος, για το κτίριο Λοβέρδου από Ο/Σ δεν υπάρχουν επαρκή
στοιχεία για το στατικό σύστημα, τις αρχικές ιδιότητες των
υλικών, καθώς και για αυτές μετά την πυρκαγιά.