Σκοπός αυτής της εργασίας είναι η μελέτη,με έμφαση στον
αντισεισμικό σχεδιασμό,ενός δεκαώροφου κτιρίου με
φέροντα οργανισμό από χάλυβα.Αντί των συνηθισμένων
συστημάτων δυσκαμψίας μεταλλικών κτιρίων όπως οι
διαγώνιοι και έκκεντροι σύνδεσμοι ή τα πλαίσια,για την
πλευρική ευστάθεια και την προστασία έναντι σεισμικών
φορτίων έχει επιλεγεί να χρησιμοποιηθεί σύστημα
δυσκαμψίας
fuseis
τύπου
dogbone.Το εν λόγω σύστημα δυσκαμψίας,το
οποίο αποτελεί ακόμα πεδίο έρευνας,παρέχει τη δυνατότητα
επισκευής του έπειτα απο ένα επιβλαβές σεισμικό
γεγονός,κάτι που γενικά δεν είναι εύκολα εφικτό στα άλλα
συστήματα δυσκαμψίας.
Εξετάζονται ενδεικτικά τρείς διαφορετικές ως προς τον
αριθμό των διατάξεων του συστήματος
fuseis εκδοχές σχεδιασμού,ώστε κατόπιν
σύγκρισης τους να προσδιοριστεί η ιδανικότερη.Διαστα-
σιολογούνται επομένως τρία διαφορετικά κτίρια.
Επιδιώκεται οι
μετακινήσεις των τριών κτιρίων(οι οποίες αποτελούν το
κρίσιμο στοιχείο του σχεδιασμού κάθε κτιρίου)να είναι
περίπου ίσες ώστε για ένα κοινό δεδομένο απόκρισης,να
συγκριθούν οι τρείς περιπτώσεις σχεδιασμού ως προς το
συνολικό βάρος χάλυβα,τις αναπτυσσόμενες
πλαστιμότητες,τον αριθμό των συνδέσεων και άλλους
παράγοντες που ενδιαφέρουν το μηχανικό.Το ένα απ’τα τρία
κτίρια που επιλέγεται απ’τη σύγκριση,μελετάται περαιτέρω
με εφαρμογή μη γραμμικών δυναμικών αναλύσεων
χρονοϊστορίας.
Τα τρία κτίρια διαστασιολογούνται μέσω ιδιομορφικών
αναλύσεων και η ενδεχόμενη ανελαστική απόκριση τους
προσδιορίζεται μέσω μη γραμμικών στατικών
αναλύσεων.Επόμενως,η σύγκριση πραγματοποιείται με γνώση
ενός σημαντικού όγκου πληροφοριών σχετικά με τις
αποκρίσεις τους και άλλα χαρακτηριστικά τους.
Με τις δυναμικές αναλύσεις χρονοϊστορίας για το ένα
εκ’των τριών κτιρίων,προκύπτουν περισσότερα αλλά κυρίως
ακριβέστερα δεδομένα σχετικά με την ανελαστική του
απόκριση.Τα δεδομένα αυτά,όντας συμβατά με τα
αποτελέσματα των προηγούμενων αναλύσεων,διαμορ- φώνουν
την τελική εικόνα σχετικά με την απόκριση του κτιρίου
στα αναμενόμενα σεισμικά φορτία.