Η σύγχρονη προσέγγιση στον
αντισεισμικό σχεδιασμό γεφυρών έχει ως κύριο μέλημα οι
κατασκευές να έχουν την ικανότητα να είναι άμεσα
λειτουργικές μετά από έναν ισχυρό σεισμό χωρίς να
χρειαστεί να διακοπεί η λειτουργία τους για την επισκευή
των βλαβών. Οι κατασκευές που έχουν αυτή την ικανότητα
ονομάζονται resilient structures. Μια μέθοδος σχεδιασμού
για την σεισμική μόνωση γεφυρών με αυτή την κατεύθυνση
είναι η χρήση βάθρων στα οποία επιτρέπεται ο λικνισμός
έναντι των μονολιθικά συνδεδεμένων βάθρων με την
θεμελίωση και σε αρκετές περιπτώσεις και με το
κατάστρωμα της γέφυρας. Με αυτό τον τρόπο αποφεύγεται η
δημιουργία πλαστικών αρθρώσεων και βλαβών στα άκρα τους.
Στη παρούσα μεταπτυχιακή
εργασία εξετάζεται μια προεντεταμένη κοιλαδογέφυρα σε
αυτοκινητόδρομο συνολικού μήκους 156m η οποία
αποτελείται από 4 ανοίγματα 40,20m το καθένα με διαμήκης
κλίση 4,00%≤6%. Το συνολικό πλάτος του φορέα
καταστρώματος είναι 23,8m. Ο φορέας της γέφυρας είναι
συνεχής. Μελετάται η σεισμική απόκριση της γέφυρας από
οπλισμένο σκυρόδεμα με λικνιζόμενα βάθρα στον πόδα και
στη κεφαλή τους, σε εδαφικές κινήσεις που έχουν
καταγραφεί στην εγγύς περιοχή του ρήγματος. Γίνεται
συγκριτική διερεύνηση της σεισμικής συμπεριφοράς της
γέφυρας με λικνιζόμενα βάθρα έναντι της γέφυρας της
οποίας ο φορέας καταστρώματος συνδέεται με τα μεσόβαθρα
μέσω ελαστομεταλλικών εφεδράνων και αυτά με τη σειρά
τους μονολιθικά με την θεμελίωση.
Αρχικά παρουσιάζεται το
θεωρητικό υπόβαθρο της συμπεριφοράς των λικνιζόμενων
άκαμπτων στοιχείων και πλαισίων όπως συναντάται στη
βιβλιογραφία προκειμένου να γίνει κατανοητή η λικνιστική
απόκριση των βάθρων της γέφυρας. Επίσης παρουσιάζονται
τα χαρακτηριστικά που εμφανίζονται στις εδαφικές
κινήσεις κοντινού πεδίου. Έπειτα, γίνεται αναλυτική
παρουσίαση της μόρφωσης του φορέα και ο υπολογισμός των
επιβαλλόμενων δράσεων. Στη συνέχεια, πραγματοποιείται η
τρισδιάστατη προσομοίωση του φορέα με το λογισμικό
OpenSees, με την βοήθεια του οποίου γίνονται οι στατικές
και δυναμικές μη γραμμικές αναλύσεις των δύο μοντέλων
της γέφυρας. Για τη διεξαγωγή των μη γραμμικών αναλύσεων
χρονοϊστορίας επιλέγεται ως διέγερση βάσης εδαφικές
κινήσεις κοντινού πεδίου, που δρουν ταυτόχρονα και στις
δύο οριζόντιες διευθύνσεις.
Τέλος γίνεται η παρουσίαση
των διαγραμμάτων με τα αποτελέσματα των δύο φορέων και η
παρουσίαση των συμπερασμάτων που προέκυψαν από την
σύγκριση των αποτελεσμάτων. Τα μεγέθη που συγκρίθηκαν
είναι η διαμήκης και η εγκάρσια μετακίνηση του φορέα
καταστρώματος, οι αντίστοιχες μετακινήσεις της κεφαλής
των βάθρων, καθώς επίσης και η ροπή στο πόδα των βάθρων
για τα δύο εξεταζόμενα μοντέλα.