Η παρούσα μεταπτυχιακή
εργασία αφορά στις λίθινες τοξωτές γέφυρες και
ειδικότερα στη γέφυρα της Κλειδωνιάς ή Βοϊδομάτη. Η
γέφυρα της Κλειδωνιάς βρίσκεται στον Δήμο Κόνιτσας του
Νομού Ιωαννίνων, κατασκευάστηκε το 1853 και το άνοιγμα
του τόξου της είναι περίπου 21 μέτρα. Αποτελεί
χαρακτηρισμένο μνημείο ως αντιπροσωπευτικό δείγμα της
παραδοσιακής μηχανικής και της τέχνης της γεφυροποιίας
των Ηπειρωτών μαστόρων, ενώ το ιδιαίτερο κάλλος της την
καθιστά μία από τις πιο επισκέψιμες γέφυρες του Νομού.
Η γέφυρα αποτελούσε αναπόσπαστο κομμάτι του οδικού
δικτύου της εποχής, καθώς συνέδεε την Κόνιτσα με τα
Γιάννενα, την πρωτεύουσα και διοικητικό κέντρο του
πασαλικιού των Ιωαννίνων.
Στόχος της εργασίας είναι η
διερεύνηση της ιδιαίτερης χάραξης του τόξου, η αναζήτηση
πιθανών επιρροών σε αυτό από την γεφυροποιία στην Ευρώπη
κατά τα χρόνια που προηγήθηκαν της κατασκευής της
γέφυρας Κλειδωνιάς, καθώς και η μελέτη της δομοστατικής
συμπεριφοράς της γέφυρας σε σύγκριση με τρείς
εναλλακτικές χαράξεις του τόξου που θα μπορούσαν πιθανόν
να έχουν επιλεγεί αντί της υφιστάμενης.
Το πρώτο κεφάλαιο αναφέρεται
στα ιστορικά στοιχεία και τη θέση γεφύρωσης. Γίνεται μια
συνοπτική παρουσίαση της γέφυρας και σημαντικών
ιστορικών γεγονότων πριν και μετά την κατασκευή της,
καθώς και της κοινωνικής κατάστασης που επικρατούσε κατά
τον 19ο αιώνα.
Στο δεύτερο κεφάλαιο
παρουσιάζονται οι συνθήκες στην περιοχή της γέφυρας.
Συγκεκριμένα, παρουσιάζονται οι σεισμολογικές συνθήκες
μαζί με τους σημαντικότερους ιστορικούς σεισμούς μέχρι
τις μέρες μας, καθώς και γεωλογικά και υδρολογικά
στοιχεία της ευρύτερης περιοχής.
Το τρίτο κεφάλαιο αφορά στην
περιγραφή της γέφυρας. Αρχικά γίνεται μια εκτενέστερη
περιγραφή της γέφυρας και της παθολογίας που αυτή
παρουσιάζει, ενώ στη συνέχεια γίνεται διερεύνηση της
χαράξεως του τόξου της.
Στο τέταρτο κεφάλαιο
επιχειρείται η ερμηνεία των μορφολογικών χαρακτηριστικών
της γέφυρας. Αρχικά γίνεται συνοπτική αναφορά στο
θεωρητικό υπόβαθρο που διέπει τα τόξα, καθώς και στη
διαχρονική εξέλιξη των κανόνων σχεδιασμού. Ιδιαίτερη
έμφαση δίνεται στον 18ο αιώνα και στη συμβολή του Γάλλου
μηχανικού J.R.Perronet, του οποίου το έργο φαίνεται να
έχει επηρεάσει τον σχεδιασμό της γέφυρας της Κλειδωνιάς.
Στο πέμπτο κεφάλαιο
παρουσιάζονται μνημεία συγκριτικής θεώρησης και μέσω
αυτών γίνεται η επιλογή των τριών εναλλακτικών χαράξεων
που θεωρούνται και προσομοιώνονται στη συνέχεια, μαζί με
την πραγματική χάραξη, στα προγράμματα πεπερασμένων
στοιχείων.
Το έκτο κεφάλαιο αφορά στη
μεθοδολογία και την παρουσίαση των αποτελεσμάτων. Κατ’
αρχήν γίνεται αναφορά στη μέθοδο προσομοίωσης και την
επιλογή των διαφόρων παραμέτρων αυτής, καθώς και στις
στατικές και δυναμικές αναλύσεις που πραγματοποιούνται.
Ακολουθούν τα αποτελέσματα των αναλύσεων, τα οποία
παρουσιάζονται με συγκριτικό τρόπο μεταξύ των
εναλλακτικών χαράξεων, ενώ στο τέλος της κάθε ανάλυσης
παρουσιάζονται συνοπτικά τα συμπεράσματα που προκύπτουν.
Στο έβδομο κεφάλαιο γίνεται
μια συνοπτική ανακεφαλαίωση των συμπερασμάτων που
εξάγονται από ολόκληρη την εργασία.
Στο παράρτημα που ακολουθεί
περιέχονται φωτογραφίες και μετρήσεις από επίσκεψη που
πραγματοποιήθηκε στο Νομό Ιωαννίνων, δύο γεωμετρικές
μέθοδοι κατασκευής καταβιβασμένων τόξων τριών κέντρων,
καθώς και μια επιπλέον εναλλακτική προσομοίωσης που, εν
τέλει, δεν χρησιμοποιήθηκε στα αποτελέσματα του κυρίως
σώματος της εργασίας.
Τέλος, συγκεντρώνεται η
βιβλιογραφία της παρούσας εργασίας.