Εξέλιξη Λίθινων Τοξωτών Γεφυρών από τον 19ο αιώνα και μετά. Διερεύνηση Παραμέτρων Σχεδιασμού  

Μεταπτυχιακός Φοιτητής : Αρβανίτης Κωνσταντίνος                              
Επιβλέπων Καθηγητής: Βιντζηλαίου Ε., Καθηγήτρια
Ημερομηνία : Οκτώβριος 2021

H παρούσα μεταπτυχιακή εργασία ανήκει στην γενικότερη θεματική περιοχή των ιστορικών λιθόκτιστων γεφυρών. Διαχρονικά παρατηρείται πληθώρα λίθινων τοξωτών γεφυρών, οι οποίες παρουσιάζουν κατασκευαστικές διαφορές που συνδέονται με την εξέλιξη των μεθόδων σχεδιασμού, ανά χρονική περίοδο και περιοχή. Ειδικότερα, κατά τον 19o έως τις αρχές του 20ου αιώνα κατασκευάζονται λίθινες τοξωτές γέφυρες, ιδιαίτερα, μεγάλων ανοιγμάτων οι οποίες βρίσκονται σε λειτουργία έως σήμερα και έχουν σημαντική μνημειακή αξία.

Σκοπός της συγκεκριμένης εργασίας είναι τόσο η διερεύνηση και η ανασκόπηση των «πρακτικών» σχεδιασμού που υιοθετήθηκαν κατά τους προηγούμενους αιώνες, όσο και η τεκμηρίωση αυτών μέσω σύγχρονων υπολογιστικών εργαλείων. Επ’ αυτού, λαμβάνονται ως παραδείγματα δύο εκ’ των μεγαλύτερων, σε άνοιγμα, λίθινων γεφυρών και διενεργούνται υπολογιστικοί έλεγχοι τόσο επί της υφιστάμενης κατασκευής όσο και κατά την θεώρηση διαφορετικών παραμέτρων σχεδιασμού.

Στο πρώτο κεφάλαιο παρουσιάζεται η ιστορική εξέλιξη της γεφυροποιίας. Ενώ ιδιαίτερη αναφορά γίνεται στην περίπτωση των λιθόκτιστων γεφυρών έως και την περίοδο της πλήρους αντικατάστασης αυτών από υλικά όπως το σκυρόδεμα και ο χάλυβας.

Στο δεύτερο κεφάλαιο δίδεται έμφαση στην περίπτωση των λίθινων τοξωτών γεφυρών. Πιο συγκεκριμένα παρουσιάζεται η βασική ορολογία των γεφυρών και οι διαφορετικές γεωμετρικές χαράξεις που ακολουθήθηκαν μέσα στα χρόνια. Επίσης, γίνεται εκτενής αναφορά επί των «πρακτικών» και εμπειρικών μεθόδων σχεδιασμού των λίθινων τοξωτών γεφυρών, όπως αυτές καταγράφονται ανά χρονική περίοδο.

Στο τρίτο κεφάλαιο γίνεται υπολογιστική διερεύνηση των παραμέτρων σχεδιασμού που υιοθετούνται κατά τον 19ο έως τις αρχές του 20ου αιώνα. Πιο συγκεκριμένα, μελετώνται οι γέφυρες Cabin John (1863) και Pont Adolphe (1904) τόσο στην πραγματική τους μορφή, όσο και λαμβάνοντας ως παραμέτρους σχεδιασμού: (α) πλήρες «γέμισμα» άνωθεν του τόξο και (β) σταθερό πάχος καθ’ όλο το μήκος του τόξου.

Στο τέταρτο κεφάλαιο παρουσιάζονται γενικά συμπεράσματα που προκύπτουν τόσο από την ανασκόπηση των «πρακτικών» σχεδιασμού όσο και από τα αποτελέσματα της σύγκρισης των διαφορετικών μεθόδων που αποτιμώνται στο πλαίσιο της υπολογιστικής διερεύνησης.

 

Δείτε τη ΜΕ στη βιβλιοθήκη του ΕΜΠ