Στο πλαίσιο της παρούσας
διπλωματικής εργασίας πραγματοποιείται η μελέτη
υφιστάμενης γέφυρας και διερευνάται η σεισμική
αναβάθμιση αυτής μέσω της μεθόδου της σεισμικής
μόνωσης με χρήση τριών διαφορετικών τύπων εφεδράνων.
Η υφιστάμενη γέφυρα εντοπίζεται στο Β. Μακεδονία και
αποτελεί τμήμα του πανευρωπαϊκού αυτοκινητοδρόμου
που συνδέει την Αυστρία με την Ελλάδα, ενώ αποτελεί
προεντεταμένη γέφυρα οπλισμένου σκυροδέματος δύο
ανοιγμάτων. Πιο συγκεκριμένα, με τη βοήθεια του
λογισμικού CSi Bridge εισάγεται ο αρχικός φορέας της
υπό μελέτη γέφυρας και επιβάλλονται σε αυτόν τα
φορτία που του ασκούνται σύμφωνα με την υπάρχουσα
μελέτη, ενώ εν συνεχεία ελέγχεται για τυχόν
ανεπάρκειες με βάση τον λόγο εξάντλησης που
προκύπτει. Επόμενο βήμα αποτελεί η εφαρμογή της
μεθόδου της σεισμικής μόνωσης με στόχο να αρθούν οι
ανεπάρκειες της κατασκευής και να επιτευχθεί η
σεισμική ενίσχυση της υπάρχουσας γέφυρας. Για το
λόγο αυτό ελέγχονται τρεις διαφορετικοί τύποι
εφεδράνων, τα ελαστομεταλλικά εφέδρανα υψηλής
απόσβεσης (HDNR), τα ελαστομεταλλικά εφέδρανα με
πυρήνα μολύβδου (LRB) και τα συστήματα σφαιρικής
ολίσθησης (FPS). Η τοποθέτηση των εφεδράνων γίνεται
στη διεπιφάνεια ανάμεσα από το κατάστρωμα της
γέφυρας και τις στηρίξεις της, δηλαδή τα ακρόβαθρα
και το μεσόβαθρο. Ανάλογα με τις ανάγκες της
γέφυρας επιλέγονται η κατάλληλη διάσταση και ο
αριθμός των εφεδράνων με βάση την αντοχή τους, ώστε
να επιτευχθεί η σεισμική αναβάθμιση της κατασκευής
και να αρθούν τυχόν στατικές ανεπάρκειες. Ακολουθούν
οι επιμέρους μελέτες για τον κάθε τύπο εφεδράνων που
διερευνάται την εκάστοτε φορά τόσο μέσω ελαστικής
ανάλυσης αυτών, αλλά και μέσω μη γραμμικής ανάλυσης
χρονοϊστορίας για τους τύπους των εφεδράνων που
επιτρέπουν τη χρήση της. Τέλος, συγκρίνονται ως προς
το λόγο εξάντλησης, την ιδιοπερίοδο και τις
μετακινήσεις, ενώ λαμβάνονται υπόψιν και ορισμένα
οικονομικά στοιχεία για να εξαχθούν τα τελικά
συμπεράσματα ως προς την αποτελεσματικότητα της κάθε
μεθόδου σεισμικής μόνωσης.